Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

Επιστολή στην Αφέντρα μου

Aπό το πρωί που έφυγες είμαι καυλωμένη.
Έβγαλα το baby-doll που φόραγα όταν σε χαιρέτησα πήγα μέσα κι άλλαξα.
Φόρεσα το άσπρο φουστανάκι μου κι από μέσα ένα ροζ δαντελένιο κυλοτάκι, χωρίς το πάνω του μέρος, τα άσπρα χαμηλά γοβάκια και την περούκα μου.
Έπλυνα τα ποτήρια του καφέ και έλεγξα την κουζίνα, αλλά είχα συμμαζέψει χτες βράδυ κι ήταν όλα στην εντέλεια.
Έτσι έδεσα μια ποδίτσα στη μέση μου και πήγα στο μπάνιο. Κατέβασα ζεστό νερό στη πλαστική λεκάνη, έριξα λίγο απορρυπαντικό κι αφού το αραίωσα καλά έβαλα μέσα τα εσώρουχα που φορέσαμε απτην Πέμπτη μέχρι και σήμερα το πρωί.
Τα άφησα να μουσκεύουν και πήγα κι έστρωσα το κρεββάτι μας κι άνοιξα τις μπαλκονόπορτες να αεριστεί το σπίτι.
Έβαλα μουσική να παίζει απαλά, απολάμβανα το θρόισμα του φουστανιού σε κάθε μου βήμα, ρούφαγα σχεδόν τον ήχο των τακουνιών μου στο παρκέ και στα πλακάκια.
Γύρισα στο μπάνιο, γονάτισα κι έσκυψα μέσα στη μπανιέρα που είχα τη λεκάνη κι έπλυνα με απαλές προσεκτικές κινήσεις τα μεταξωτά και δαντελένια μας εσώρουχα.
Τα έστιψα απαλά και με φροντίδα, άδειασα το νερό, έβαλα νέο απορρυπαντικό και τα ξαναέβαλα μέσα.
Ξέπλυνα τα χέρια μου στο νεροχύτη, διόρθωσα λίγο την περούκα μου κι απολάμβανα την εικόνα μου στον καθρέφτη.
Βαμμένη, μακιγιαρισμένη, όμορφη.
Πήγα στην κουζίνα κι έβγαλα το κοτόπουλο απτην κατάψυξη να ξεπαγώνει σιγά σιγά. Έφερα απτο αποθηκάκι και τις πατάτες, τις έπλυνα και τις άφησα μέσα στο νεροχύτη να στεγνώνουν ώστε να είναι έτοιμες κι έβγαλα την απλώστρα στη βεράντα.
Μια κυρία ηλικιωμένη απτην απέναντι βεράντα με κοίταξε προς στιγμή αλλά γρήγορα το βλέμμα της στράφηκε αλλού κι έτσι δεν ανησύχησα καθόλου.
Άλλαξα cd κι έβαλα jazz.
Θυμόμουν το χτεσινό σου μάθημα κι άρχισα να περπατάω μόνη μου  απτη μπαλκονόπορτα ως το χωλάκι της εισόδου. Χάραζα νοητές ευθείες με τα μάτια και προσπαθούσα να κινούμαι με χάρη, με σηκωμένο και τουρλωτό κωλαράκι, βάζοντας κάθε φορά το ένα πόδι μπροστά απτο άλλο και προσπαθώντας να μη βγω απ την ευθεία γραμμή
Καύλωνα σα να ήσουν εδώ και με έβλεπες, σε άκουγα σχεδόν, άλλοτε να με επιδοκιμάζεις κι άλλοτε να με διορθώνεις, έτσι όπως έκανες και χτες το απόγευμα.
Μετά από ένα τέταρτο πήγα στο μπάνιο, έτριψα πάλι απαλά και φροντιστικά τα εσώρουχά μας κι αφού τα έλεγξα και είδα πως ήταν πεντακάθαρα τα ξέπλυνα άλλες δυο φορές με κρύο νερό, μέχρι που δεν έμεινε ίχνος σαπουνάδας πάνω τους.
Τα έβαλα στη λεκάνη και λικνιστή, συνέχεια του προηγούμενου μαθήματος, βγήκα στη βεράντα.
Πήγα να σκύψω να την αφήσω κάτω αλλά θυμήθηκα πως τα κορίτσια όταν φοράνε κοντά φουστανάκια δε σκύβουν κι έτσι γονάτισα ελαφρά και την άφησα δίπλα στην απλώστρα.
Με ίδιες κινήσεις, ελαφρύ γονάτισμα και πάλι πάνω, τα άπλωσα να στεγνώνουν.
Επέστρεψα στο μπάνιο, έβαλα τη λεκάνη μπρούμητα μέσα στη μπανιέρα να στεγνώνει και σφουγγάρισα τα νερά που είχαν πέσει έξω απτη μπανιέρα.
Μιλήσαμε λίγο κι εκεί με ενημέρωσες πως τελικά έκλεισες ραντεβού το μεσημέρι για τα νύχια σου κι έτσι θα αργούσες να γυρίσεις.
Μου ανέθεσες να αλλάξω νερό στα λουλούδια κι έκλεισες γιατί είχες δουλειά.
Έκανα όπως μου είπες, άδειασα τα βάζα κι έβαλα φρέσκο νερό και τα έβαλα πάλι στις θέσεις τους.
Γύρισα στον υπολογιστή και διάλεγα εσώρουχα, ρουχαλάκια και γόβες ώστε να τα δούμε μαζί το απόγευμα που θα σηκωθούμε και να διαλέξουμε ποια αρέσουν και στις δυο μας.
Και μόνο που τα έβλεπα καύλωνα.
Ήταν όμως σαφέστατη η εντολή σου, δε χύνω όταν είμαι μόνη μου.
Μια φορά που παράκουσα είχα μαστιγωθεί τόσο που το κατάλαβα για τα καλά.
Πλησίαζε μία η ώρα όταν έκλεισα τον υπολογιστή και πήγα στην κουζίνα.
Έκαψα το κοτόπουλο, το έπλυνα και στη συνέχεια ξεφλούδισα κι έκοψα σε μεσαία κομμάτια τις πατάτες.
Ετοίμασα το φούρνο και τα έβαλα σε σιγανή ένταση να ψήνονται.
Αν ερχόσουν στην ώρα σου θα το έκανα απτις 12:00 αλλά σήμερα επειδή θα αργούσες το καθυστέρησα ώστε να το βρεις ζεστό όταν γυρίσεις.
Βγήκα στη βεράντα, μάζεψα τα εσώρουχά μας που είχαν ήδη στεγνώσει απτην τόση ζέστη, τα έστρωσα απαλά και προσεκτικά με τα χέρια μου και τα τακτοποίησα στα συρτάρια μας.
Στη δική σου ντουλάπα τα δικά σου, στη δική μου τα δικά μου, χωριστά τα σουτιέν, χωριστά τα βρακάκια, χωριστά οι κάλτσες και τα νυχτικάκια.
Στις 2:00 γύρισα το κοτόπουλο απτην άλλη πλευρά κι η νευρικότητά μου αυξανόταν. Ήθελα να τα βρεις όλα άψογα όταν γυρνούσες.
Έτσι ώστε όταν έρθεις και σου προσφέρω ένα κρύο νερό και κάνεις μπάνιο να δροσιστείς, να καθήσεις στον καναπέ να διαβάσεις το κείμενό μου κι εγώ στο πάτωμα να γλύφω τα φρεσκοφτιαγμένα σου νυχάκια.
Πλησιάζει 2:30, κλείνω το φούρνο και το αφήνω μέσα το φαγητό ώστε να ψηθεί λίγο ακόμη και να κρατήσει και τη θερμοκρασία του.
Ετοιμάζω τη σαλάτα χωρίς να βάλω αλάτι, λάδι και ξύδι, αυτά θα τα προσθέσω λίγο πριν σερβίρω να φάμε.
Διορθώνω το μακιγιάζ μου, βάζω νέο κραγιόν, βγάζω την ποδίτσα, την τακτοποιώ στο κάτω συρτάρι της κουζίνας μαζί με τις άλλες και αρωματισμένη κι όμορφη σε περιμένω να γυρίσεις.

Πολλά φιλιά Κυρά μου.
Η Φοίβη σου






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου