Τετάρτη 19 Αυγούστου 2015

Στο πατρικό της Φοίβης

(από τις φετεινές μας διακοπές)

Μετά τη Μάνη αποφασίσαμε να πάμε για λίγες μέρες στο πατρικό του σκλάβου μου.
Είχαμε πάει και παλιότερα, αλλά φέτος είχα άλλα σχέδια.
Έτσι από την αρχή ξεκαθάρισα πως θα χε το ρόλο της Φοίβης, ακόμη και μέσα στο πατρικό της, διακριτικά φυσικά, αλλά ήταν κάτι που δε θα δεχόμουν αντιρρήσεις.
Φυσικά η μικρή μου συμφώνησε κι έτσι με ένα λευκό βρακάκι και μια μεσαία λαστιχένια σφήνα, ξεκινησε το 6ωρο ταξίδι μας από τη Μάνη ως τα Γιάννενα.
Για όποιον γνωρίζει τη διαδρομή, δεν είναι περισσότερες από 4,5-5 ώρες, αλλά κάτι που πήγαινα, όλως τυχαίως από τις λακούβες, κάτι που απολάμβανα τους μορφασμούς της Φοίβης μου, οδήγησα ίσως το πιο απολαυστικό μου εξάωρο.
Φτάσαμε το απόγευμα στο σπίτι των γονιών του κι αφού ακολούθησαν τα τυπικά, αγκαλιές, χαιρετούρες κλπ μου φτιαξε καφέ κι εκείνος τακτοποιούσε τα πράγματά μας στις ντουλάπες.
Ευτυχώς το πατρικό τους είναι μεγάλο κι έτσι είχαμε το δικό μας υπνοδωμάτιο και το δικό μας μπάνιο, ελεύθεροι για πολλά πράγματα.
Όσο απολάμβανα τον καφέ μου άρχισα με sms να δίνω διαταγές στη Φοίβη. Έβλεπα τη σύγχησή της, μπροστά στους γονείς να διαβάζει στα πεταχτά το μήνυμα, να με κοιτάζει με σχεδόν θολωμένο βλέμμα από την προσμονή και ταυτόχρονα να προσπαθεί να μη φανεί η ταραχή της.
Κάποια στιγμή σηκώθηκα κι αφού διάλεξα από τη βαλίτσα ένα ροζ τοπάκι κι ένα ασορτί στρινγκ και της τα έδωσα με τη διαταγή να κάνει μπάνιο, να ξαναβάλει τη σφήνα και να τα φορέσει κάτω από τα αντρικά ρούχα. Απόψε θα την έκανα κοριτσάκι μέσα στο σπίτι που μεγάλωσε σαν αγοράκι.
Για καλή μου τύχη οι γονείς του είχαν κανονήσει μια επίσκεψη σε κάτι συγγενείς τους, που δε μπορούσαν να αναβάλουν. Έτσι έφυγαν με την υπόσχεση πως δε θ αργήσουν.
Ότι έπρεπε για τα σχέδιαμου.
Διέταξα τη Φοίβη να γδυθεί και να μείνει μόνο με τα ροζ εσώρουχα της και να έρθει στη κουζίνα.
Δεν είχαμε την πολυτέλεια να κουβαλάμε πέδιλα και γόβες αλλά δε με ενοχλούσε που ήταν ξυπόλητη.
Την έστησα στο πάγκο της κουζίνας, με μισοτραβηγμένη κουρτίνα, ώστε να βλέπει την αυλόπορτα του σπιτιού για μεγαλύτερη ασφάλεια κι έσβησα τα φώτα.
Πήρα δυο ξύλινα μανταλάκια από το σύρμα στο μπαλκόνι κι έπιασα σφιχτά τις ρώγες της κι αφού την τράβηξα προς τα πίσω από τη μέση ώστε να στηθεί καλύτερα, έβγαλα τη ζώνη από το παντελόνι μου και ξεκινησα το ζέσταμα.
Στην αρχή σιγανά και στη συνέχεια πιο δυνατά μαστίγωνα το σκλάβο στα μπούτια κσι στο στημένο κωλαράκι του. Σταματούσα, το χάϊδευα κι έκανα αυτό που ήξερα πολύ καλά πως τον τρελαίνει.
Του μιλούσα φτηνά και πρόστυχα πάνω στη θηλυκή του πλευρά. Τον αποκαλούσα πουτάνα, τσούλα, καριόλα, του λεγα πως τον περιμένει άγριο σκίσιμο κι εκείνος με παρακαλούσε να τον πάρω.
Όχι ακόμη ψώλα! είπαμε είχα άλλα σχέδια.
Αυτο συνεχίστηκε για ώρα, μαστίγωμα και λεκτική ταπείνωση, χάδια και πάλι απ την αρχή.
Μέχρι τη στιγμή που άνοιξε η αυλόπορτα του σπιτιού, σημάδι πως οι γονείς του επέστρεψαν.
Τον έστειλα να ντυθεί και να ρθει στη πίσω βεράντα, πήρα από το ψυγείο δυο κρύες μπύρες και βγήκα έξω σα να καθόμασταν εκεί από ώρα.
Μέχρι να ρθουν οι γονείς του, ο σκλάβος μου ήταν έξω μαζί μου κι έτσι μας βρήκαν να συζητάμε σα να μην είχε προηγηθεί τίποτε.
Καθήσαμε όλοι μαζί και φάγαμε σουβλάκια που έφεραν μαζί τους και συνεχίσαμε με μπύρες, εγώ ατάραχη και χαμογελαστή κι ο καλός  μου σ αναμένα κάρβουνα.
Δεν έβλεπε την ώρα να κλειστούμε στο δωμάτιό μας.
Το καθυστερησα όσο μπορούσα, μέχρι που πια ζήτησαν οι γονείς του να ξαπλώσουν κι έτσι σηκωθήκαμε κι εμείς μαζί τους.
Είχε πάει 12 σχεδόν κι είχα μια γλυκιά ζάλη απ τις μπύρες και μια τρελή επιθυμία για τη συνέχεια.
Μόλις κλεισαν εκείνοι την πόρτα τους για να ξαπλώσουν έστειλα τη Φοίβη στο μπάνιο μας, να βγάλει την τάπα, να κάνει μπανάκι και να μου ρθει.
Δε ξέρω πόσο γρήγορα πλύθηκε και σκουπίστηκε αλλά μέχρι να γδυθώ και να φορέσω το μεσαίο στραπ ον μου είχε μπει στο δωμάτιό μας.
Πέταξε το μπλουζάκι και το σορτσάκι που φορούσε κι έμεινε με τα απογευματινά της ροζ εσώρουχα.
Καλώς τη τουλίτσα μου, της είπα χαμηλόφωνα.
Ξάπλωσε στο κρεβάτι σου, απόψε θα περάσεις καλά...

Χρύσα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου